PAGES

ΨΥΧΗ ΑΞΙΟΘΡΗΝΗΤΟΣ ΛΥΠΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΕΝΑΖΕΙ

ΨΥΧΗ ΑΞΙΟΘΡΗΝΗΤΟΣ
ΨΥΧΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ Στίχοι Κατανυκτικοί.
«Ψυχὴ ἀξιοθρήνητος, λυπεῖται καὶ στενάζει»
Ψυχὴ ἀξιοθρήνητος, λυπεῖται καὶ στενάζει,
καὶ τοῦ Θεοῦ τὸ ὄνομα, μεγαλοφώνως κράζει.
Λέγει, Θεέ μου, σῶσόν με, Θεέ, ἐλέησόν με,
Θεέ, ἰδὲ τὸ σκότος μου, καὶ διαφώτισόν με.
Θεέ μου, μὴ παρίδῃς με, ταχὺ ἐπάκουσόν μου,
καὶ τῆς ψυχῆς τὰ ὄμματα, Θεέ μου φώτισόν μου.
Διότι μὲ ἐτύφλωσαν, τὰ ἁμαρτήματά μου.
Δὲν βλέπω ὁ ταλαίπωρος, Θεέ μου ποῦ βαδίζω,
ποῦ στέκω, ποῦ εὑρίσκομαι, ὁ ξένος δὲν γνωρίζω.
Νέφη πολλὰ καλύπτουσι, καὶ σκότος τὴν ψυχὴν μου,
καὶ σὲ πικραίνω ἄμετρα, γλυκύτατε Σωτὴρ μου.
Ἐμένα πρέπει τοῦ πτωχοῦ αἰώνια νὰ κλαίω,
ἀκαταπαύστως νὰ θρηνῶ, καὶ δάκρυα νὰ χέω.
Πρέπει μου νὰ τιμωρηθῶ, καὶ νὰ κακοπαθήσω,
καὶ μετανοίας δάκρυα, ποταμηδὸν νὰ χύσω.
Τὴν γῆν νὰ βρέχω πρέπει μου, ἀπὸ τὰ δάκρυά μου,
διότι τὴν ἐμόλυνα, μὲ τ’ ἁμαρτήματά μου.
Δὲν εἶμαι πλέον, Κύριε, ἄξιος εὐσπλαγχνίας,
εἶμαι ἄξιος κολασμοῦ, καὶ πάσης τιμωρίας.
Ἀλλὰ πρὸς σὲ κατέφυγον, Θεὲ καὶ λυτρωτά μου,
καὶ δέομαί σου μὴ μνησθῇς, τὰ ἁμαρτήματά μου.
Πεπλανημένον πρόβατον, εἶμαι καὶ ζήτησόν με,
Χριστέ μου ὡς φιλάνθρωπος, καὶ ἀνακάλεσόν με.
Πρὶν εἰς τὸν ᾍδην καταβῶ, πρόφθασον λύτρωσόν με,
καὶ ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ, ἀπελευθέρωσόν με.
Νὰ μοῦ χαρίσῃς δάκρυα, ὡς τὸν Δαβὶδ νὰ κλαίω,
καὶ ὠς τὸν Πέτρον νὰ θρηνῶ, ὡς τὸν ληστὴν νὰ λέγω.
Τὸ μνήσθητί μου, Κύριε, μὲ πόνον νὰ φωνάζω,
καὶ ὡς ὁ ἄσωτος υἱός, τὸ ἥμαρτον νὰ κράζω.
Παράσχου, ἱκετεύω σε, κι’ ἐμοῦ τοῦ τρισαθλίου,
δάκρυα κατανύξεως, καὶ τρόπους μετανοίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: