PAGES

ΤΩΝ ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΩΝ ΜΟΥ ΔΕΙΝΩΝ ΤΑ ΠΛΗΘΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥΜΑΙ

ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΩΝ ΔΕΙΝΩΝ
ΨΥΧΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ  Στίχοι Κατανυκτικοί.
«Τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν, τὰ πλήθη συλλογοῦμαι»
Τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν, τὰ πλήθη συλλογοῦμαι,
καὶ τὴν ἡμέραν τὴν φρικτὴν, τῆς κρίσεως φοβοῦμαι.
Μὴ μοῦ ἐλέγξῃ ὁ Κριτής, ὅλα τὰ κεκρυμμένα,
τὰς πράξεις, καὶ τὰ πταίσματα, ποὺ ἔχω καμωμένα.
Τοὺς ῥυπαρούς μου λογισμούς, πάσας τὰς φαντασίας,
ἀποκαλύψῃ τὴν στιγμὴν ἐκείνην τοῦ ἀθλίου.
Εἰς ποῖον ἔκαμα καλόν, εἰς ποῖον εὐσπλαγχνίαν,
διὰ νὰ εὕρω ἔλεος, στὴν κρίσιν ὁ ἀθλίος;
Τὶ ἀγαθὸν ἐποίησα, εἰς ὅλην τὴν ζωήν μου,
διὰ νὰ εὕρω ὁ πτωχός, ἔλεος στὴν ψυχή μου;
Πότε ἐλέησα πτωχόν, πότε ἐδέχθην ξένον,
πότε ἐνέδυσα γυμνόν, ἔθρεψα πεινασμένον;
Πότε ἐπῆγα σ’ ἀσθενῆ, ἢ σὲ φυλακισμένον,
ἢ πότε ἔδωκα νερό, καὶ ἐγὼ σὲ διψασμένον;
Ποίαν ἡμέραν ἔκλαυσα, διὰ τὰ πταίσματά μου,
ἢ πότε ἔβρεξαν θερμά, τὴν γῆν τὰ δάκρυά μου;
Εἰς ποῖον τόπον στάθηκα, ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ,
διὰ νὰ κάμω δέησιν, στὸν Πλάστην ὁ ἀθλίος;
Ποτὲ δὲν ἔκλινα κἀγώ, στὴν γῆν τὰ γόνατά μου,
νὰ συγχωρήσῃ ὁ Θεός, τὰ ἁμαρτήματά μου.
Ὦ τὶ κακὸν μοῦ μέλλεται; τὶ θρῆνος; τὶ ὀδύνη;
καὶ πῶς νὰ ἀπολογηθῶ, ἐγὼ τὴν ὥρα ἐκείνη;
Ψυχή μου τὶ ἀδιαφορεῖς, τὶ ἔχεις καὶ νυστάζεις;
τὶ ἐνεκρώθης καὶ δὲν κλαῖς, σκληρὰ καὶ δὲν στενάζεις;
Ἰδοῦ παρῆλθεν ὁ καιρός, τὸ τέλος πλησιάζει,
καὶ διὰ σὲ ὁ θάνατος, τὸ ξῖφος ἑτοιμάζει.
Γρηγόρησον, μὴ ἀμελῆς, ψυχή μου ἑτοιμάσου,
μὲ δάκρυα θερμότατα, πλῦνον τὸ ἔνδυμά σου.
Ψυχή μου, μετανόησον, καὶ κλαῦσον καὶ λυπήσου
στὸν Πλάστην μὲ ταπείνωσιν, κλῖνε τὴν κεφαλή σου.
Πάντα νὰ χύνῃς δάκρυα, καὶ πάντα νὰ στενάζῃς,
τὸν πανοικτίρμονα Θεόν, πάντοτε νὰ φωνάζῃς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: